μαντινάδα

μαντινάδα
Είδος παραδοσιακού τραγουδιού της Κρήτης. Είναι αντίστοιχο με τα λιανοτράγουδα, τις ρίμες, τις πατινάδες, τις παρόλες, τα στιχάκια, τα δίστιχα κ.ά., τα οποία απαντώνται σε άλλες περιοχές της Ελλάδας (κυρίως στα νησιά) και στην Κύπρο (τσακιστά). Αποτελούνται από ομοιοκατάληκτα δεκαπεντασύλλαβα δίστιχα που εκφέρονται σε ποικίλες περιπτώσεις (γάμοι, βαφτίσια, συμπόσια, χοροί, συγκεντρώσεις, εκτέλεση πολύωρης ομαδικής εργασίας κ.ά). Χαρακτηρίζονται από την ύπαρξη πλήρους νοήματος ή σε ορισμένες περιπτώσεις αποτελούν ερωτήσεις για απαντήσεις που θα δοθούν με τον ίδιο τρόπο (αντικριστές μ.). Αν και σε βυζαντινό χειρόγραφο του 15ου αι. όπου περιέχονται παλαιότερα καταλόγια (βυζαντινά λαϊκά νυχτερινά τραγούδια), προκύπτει η πιθανότητα ότι οι μ. είχαν ρίζες στη βυζαντινή περίοδο, σήμερα επικρατεί η άποψη ότι το είδος γεννήθηκε κατά την περίοδο της ενετοκρατίας και επηρεάστηκε βαθύτατα από τα έργα του κρητικού θεάτρου (Ερωτόκριτος, Ερωφίλη κ.ά.). Η ομοιοκατάληκτη μορφή του συντελεί σε αυτό το συμπέρασμα, καθώς τα βυζαντινά έμμετρα έργα δεν είχαν ομοιοκαταληξία. Αξίζει να σημειωθεί ότι το είδος αναπτύσσεται συνεχώς, με απόδειξη τις πολλές νέες μ. που βγαίνουν· μάλιστα, πολλές από αυτές έχουν θέματα που σχετίζονται με τη σύγχρονη εποχή.
* * *
και ματινάδα, η
1. πρωινό ερωτικό τραγούδι
2. (στην Κρήτη) δίστιχο ομοιοκατάληκτο, συνήθως αυτοσχέδιο, που τραγουδιέται στους χορούς και στις διασκεδάσεις, συνήθως με συνοδεία λύρας. [ΕΤΥΜΟΛ. < βεν. matinada].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Mantinada — A mantinada, (plural mantinades, Greek: μαντινάδα, μαντινάδες) are Cretan rhyming couplets, typically improvised during dance music. Rhymed Cretan poetry of the Renaissance, especially verse epic Erotokritos, are reminiscent of the mantinada, and …   Wikipedia

  • γροθοπατινάδα — η ειρων. συνεχές γροθοκοπάνημα. [ΕΤΥΜΟΛ. < γρόθος + πατινάδα κατά τα μαντινάδα, καντάδα] …   Dictionary of Greek

  • δίστιχος — η, ο (AM δίστιχος, ον) [στίχος] 1. κείμενο που αποτελείται από δύο στίχους ή δύο γραμμές 2. το ουδ. ως ουσ. το δίστιχο (AM δίστιχον) φρ. «ελεγειακό δίστιχο» επίγραμμα ή ενότητα από δύο στίχους κυρίως στην ελεγειακή ποίηση, από τους οποίους ο… …   Dictionary of Greek

  • ματινάδα — η βλ. μαντινάδα …   Dictionary of Greek

  • πατινάδα — και ματινάδα και μαντινάδα, η 1. ερωτικό άσμα που τραγουδιέται με συνοδεία κιθάρας ή άλλων οργάνων κατά τη νύχτα στους δρόμους 2. (ειδικά στην Κρήτη) ερωτικό δίστιχο 3. συνεκδ. η ενασχόληση με το τραγούδημα ερωτικών ασμάτων κατά τη νύχτα στους… …   Dictionary of Greek

  • δίστιχος — η, ο 1. αυτός που αποτελείται από δύο γραμμές, δύο στίχους: Δίστιχο ποίημα. 2. το ουδ. ως ουσ., δίστιχο δημοτικό τραγούδι που αποτελείται από δύο στίχους, μαντινάδα, λιανοτράγουδο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • πατινάδα — η τραγούδι ερωτικό, μαντινάδα, καντάδα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”